Ο Ντάβιντ Τένιερς ο νεότερος (David Teniers II, Αμβέρσα, 15 Δεκεμβρίου 1610 – Βρυξέλλες, 25 Απριλίου 1690) ήταν Φλαμανδός καλλιτέχνης, από τους επιφανείς εκπροσώπους της Σχολής της Αμβέρσας κατά την εποχή του βορειοευρωπαϊκού μπαρόκ στο Βέλγιο. Γεννήθηκε στην Αμβέρσα του Βελγίου και ήταν γιος του ζωγράφου Ντάβιντ Τένιερς του Πρεσβύτερου (1582–1649). Μαθήτευσε για μεγάλο χρονικό διάστημα στο εργαστήριο του πατέρα του, που ήταν επηρεασμένος από τους ζωγράφους της Αμβέρσας Γιάκομπ Γιόρντενς, Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς και Άντονι βαν Ντάικ. Ήταν πατέρας του ονομαζόμενου επίσης Ντάβιντ Τένιερς ΙΙΙ (1638 – 1685), ο οποίος μιμήθηκε το έργο του πατέρα του. Το 1632 – 1633, ο Τένιερς έγινε δεκτός στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Αμβέρσας, φθασμένος ήδη ζωγράφος, και το 1637 νυμφεύτηκε την Άννα Μπρίγκελ (Anna Brueghel), κόρη του ζωγράφου Γιαν Μπρίγκελ του πρεσβύτερου, της οποίας, μετά το θάνατο του πατέρα της (1625), ο Ρούμπενς ανέλαβε την κηδεμονία και ήταν κουμπάρος στο γάμο τους. Το 1651 ο Τένιερς μετακόμισε στις Βρυξέλλες, όπου διετέλεσε ζωγράφος της Αυλής του αρχιδούκα Λεοπόλδου Γουλιέλμου και υπεύθυνος για τη συλλογή του των έργων τέχνης. Υπήρξε αργότερα αυλικός ζωγράφος του Δον Χουάν του Αυστριακού, ο οποίος διαδέχθηκε το 1656 τον αρχιδούκα Λεοπόλδο Γουλιέλμο στην αντιβασιλεία των Κάτω Χωρών. Ο Τένιερς ίδρυσε το 1663 στις Βρυξέλλες την Ακαδημία Καλών Τεχνών και στη συνέχεια, το 1665, την Ακαδημία της Αμβέρσας. Διακρίθηκε κυρίως για τις ρωπογραφίες του και την απόδοση λαϊκών σκηνών από την αγροτική ζωή των χωρικών. Περίφημες είναι και οι απεικονίσεις σκηνών σε ταβέρνες. Οι νωπογραφικές αυτές σκηνές ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στην εποχή του και εξασφάλισαν στο ζωγράφο μεγάλη δημοτικότητα και καλλιτεχνική αναγνώριση. Ήταν επίσης διάσημος για την απόδοση πολυπρόσωπων σκηνών, όπως στα χωριάτικα πανηγύρια του, και τοπογραφικών συνθέσεων, ενώ οι νεκρές φύσεις και οι προσωπογραφίες του διακρίνονταν για την ακρίβεια στις λεπτομέρειες. Ασχολήθηκε επίσης με θρησκευτικές σκηνές (π.χ. Ο Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου, η Θυσία του Αβραάμ, ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων, η Παρθένος και το Βρέφος με τους Αγίους Στέφανο, Ιερώνυμο και Μαυρίκιο κ. ά.). Πολλά από τα ωραιότερα έργα του χρονολογούνται στη δεκαετία 1640 – 1650.